Η Αυτόνομη Κοινότητα είναι ο μεγαλύτερος βαθμός πολιτικής διαίρεσης στο Βασίλειο της Ισπανίας που έχει καθιερωθεί από το Ισπανικό σύνταγμα. Το δεύτερο άρθρο του συντάγματος αναγνωρίζει το δικαίωμα σε «περιφέρειες» και «εθνικότητες» να διαθέτουν αυτοδιοίκηση και επίσης διακηρύσσει την «αδιάσπαστη ενότητα του Ισπανικού έθνους».
Η Ισπανία διαιρείται σε 17 Αυτόνομες Κοινότητες. Αυτές οι τοπικές κυβερνήσεις είναι αρμόδιες για την εκπαίδευση (σε όλες τις βαθμίδες και τα πανεπιστήμια), την υγεία, την κοινωνική πρόνοια, τον πολιτισμό, την αστική και αγροτική ανάπτυξη, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις και για τη νομοθέτηση πολιτικής. Υπάρχουν επίσης δύο Αυτόνομες Πόλεις (η Θεούτα και η Μελίγια). Συνοπτικά, το σύστημα των Αυτόνομων Κοινοτήτων της Ισπανίας έχει χαρακτηριστεί ως «το πιο αποκεντρωμένο σύστημα κράτους», με την κεντρική κυβέρνηση να αναλώνει το 18% των δημοσίων εξόδων, τις περιφερειακές κυβερνήσεις το 38%, τα τοπικά συμβούλια το 13%, ενώ το υπόλοιπο δαπανάται από το κοινωνικό σύστημα ασφαλίσεων.
Συνταγματικό Πλαίσιο
Με την έγκριση του συντάγματος το 1978, η Ισπανία δημιούργησε ένα μοναδικό σύστημα περιφερειακής αυτονομίας, γνωστό ως το «κράτος των αυτόνομων». Σύμφωνα με το δεύτερο άρθρο του συντάγματος, δίνεται το δικαίωμα της αυτοδιοίκησης σε περιφέρειες και εθνικότητες που αποτελούν το αδιάσπαστο Ισπανικό έθνος. Με την εφαρμογή αυτού του άρθρου, η αυτονομία δίνεται σε:
- δύο ή περισσότερες όμορες επαρχίες με κοινά ιστορικά, πολιτιστικά και οικονομικά χαρακτηριστικά,
- απομονωμένες περιοχές, και
- μεμονωμένη επαρχία και ιστορική ταυτότητα ή καθεστώς.
Έτσι, η επαρχία, ως χωρική οντότητα κατά το σύνταγμα, υπηρετεί ως το πλαίσιο από το οποίο δημιουργούνται οι Αυτόνομες Κοινότητες. Το σύνταγμα προβλέπει παράλληλα και εξαιρέσεις, καθώς το Ισπανικό κοινοβούλιο διατηρεί το δικαίωμα να:
- εγκρίνει, ως προς το εθνικό συμφέρον, τη σύσταση μίας Αυτόνομης Κοινότητας, ακόμα και αν είναι μεμονωμένη επαρχία χωρίς ιστορική τοπική ταυτότητα, και
- εγκρίνει ή να δώσει αυτονομία σε εκείνες τις οντότητες ή περιοχές που δεν χαρακτηρίζονται επαρχίες.
Με τη σύσταση μίας Αυτόνομης Κοινότητας, το άρθρο 145 του συντάγματος απαγορεύει την ομοσπονδία ή ένωση δύο ή περισσότερων κοινοτήτων. Από το 1979 ως το 1983, όλες οι περιφέρειες της Ισπανίας είχαν συστήσει Αυτόνομες Κοινότητες. Το 1996 η διαδικασία ολοκληρώθηκε με τη σύσταση των Αυτόνομων πόλεων της Θεούτα και της Μελίγια.
Η Ανδαλουσία, η Καταλονία, η Χώρα των Βάσκων και η Γαλικία απέκτησαν αυτονομία ως «ιστορικές εθνικότητες» μέσω μίας γρήγορης και απλής διαδικασίας.
Η Αραγονία, η Καστίλλη και Λεόν, η Καστίλλη-Λα Μάντσα, η Εστρεμαδούρα και η Κοινότητα της Βαλένθια απέκτησαν αυτονομία ως κοινότητες δύο ή περισσότερων επαρχιών με κοινά ιστορικά χαρακτηριστικά.
Τα Κανάρια Νησιά και οι Βαλεαρίδες Νήσοι απέκτησαν αυτονομία ως απομονωμένες περιοχές.
Η Κανταβρία, η Αστούριες, η Λα Ριόχα, η Ναβάρρα και η Μούρθια απέκτησαν αυτονομία ως μεμονωμένες επαρχίες με ιστορική τοπική ταυτότητα.
Η Αυτόνομη Κοινότητα της Μαδρίτης συστάθηκε για το εθνικό συμφέρον, και η Θεούτα και η Μελίγια απέκτησαν αυτονομία ως πόλεις με απόφαση του Ισπανικού κοινοβουλίου.
Πολιτική οργάνωση των Αυτόνομων Κοινοτήτων
Ο βασικός συνταγματικός νόμος της Αυτόνομης Κοινότητας είναι η Διακήρυξη της Αυτονομίας. Οι Διακηρύξεις καθορίζουν την αυτονομία με βάση την ιστορική ταυτότητα, τα όρια της επικράτειας, το όνομα και την οργάνωση των θεσμών της κυβέρνησης και τα δικαιώματα που απολαμβάνουν από το σύνταγμα.
Η διακυβέρνηση όλων των Αυτόνομων Κοινοτήτων βασίζεται στη διάκριση των εξουσιών, ως εξής:
ένα Νομοθετικό Σώμα με αιρετά μέλη από καθολική ψηφοφορία, ανάλογα με το σύστημα της αναλογικής αντιπροσώπευσης, ώστε να εκφράζονται όλες οι περιοχές της κοινότητας,
ένα Κυβερνητικό Συμβούλιο, με εκτελεστικές και διοικητικές λειτουργίες, στο οποίο προΐσταται ένας πρόεδρος που εκλέγεται από το Νομοθετικό Σώμα και επικυρώνεται από το Βασιλιά της Ισπανίας,
ένα Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο, που εποπτεύεται από το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας και το οποίο είναι αρμόδιο για την οργάνωση της δικαιοσύνης στα όρια της κοινότητας.
Εκτός από την Ανδαλουσία, την Καταλονία, τη Χώρα των Βάσκων και τη Γαλικία, οι οποίες αυτοπροσδιορίζονται ως εθνικότητες, οι υπόλοιπες αυτόνομες κοινότητες έχουν καθοριστεί από την τοπική ιστορική ταυτότητά τους, όπως η Κοινότητα της Βαλένθια, τα Κανάρια Νησιά, οι Βαλεαρίδες Νήσοι και η Αραγονία.
Οι Αυτόνομες Κοινότητες έχουν εκτεταμένη νομοθετική και εκτελεστική αυτονομία, με δικό τους κοινοβούλιο και περιφερειακή κυβέρνηση. Η κατανομή της εξουσίας διαφέρει σε κάθε κοινότητα, όπως εκθέτεται στις αντίστοιχες διακηρύξεις. Υπήρχε μία σαφής διάκριση ανάμεσα στις ιστορικά αυτόνομες περιοχές της Ισπανίας (Ανδαλουσία, Καταλονία, Χώρα των Βάσκων και Γαλικία) και τις υπόλοιπες, καθώς οι πρώτες αρχικά είχαν λάβει αρκετές αυτόνομες εξουσίες, όπως την επιλογή του χρόνου των εκλογών με απόφαση του τοπικού πρόεδρου. Επίσης, η Χώρα των Βάσκων, η Ναβάρρα και η Καταλονία έχουν δικά τους αυτόνομα ισχυρά αστυνομικά σώματα: Ερτζαίντζα, Πολισία Φοράλ και Μόσος ντ'Εσκουάρντα, αντίστοιχα. Άλλες κοινότητες έχουν διαφορετικό καθεστώς ή καθόλου, όπως η Πολιθία Αουτονόμα Ανταλούθα (Ανδαλουσία) ή η BESCAM (Μαδρίτη). Με βάση πρόσφατες προσαρμογές στις αντίστοιχες διακηρύξεις αυτονομίας, αυτές οι διακρίσεις έχουν εξαλειφθεί.
Διοικητικές υποδιαιρέσεις
Οι Αυτόνομες Κοινότητες αποτελούνται από επαρχίες (provincias), που είναι οι δομικές μονάδες της κοινότητας. Αντίστοιχα, οι επαρχίες αποτελούνται από δήμους (municipios). Η ύπαρξη αυτών των δύο διοικητικών υποδιαιρέσεων προστατεύεται από το σύνταγμα, αλλά όχι απαραίτητα από τις διακηρύξεις αυτονομίας. Οι δήμοι έχουν αρμοδιότητα διοίκησης των εσωτερικών τους υποθέσεων, ενώ οι επαρχίες είναι τοπικές εξουσίες για την εφαρμογή των κρατικών ή κοινοτικών δράσεων και αποφάσεων.
Η σημερινή διαίρεση σε 50 επαρχίες βασίζεται, με μικρές αλλαγές, στην αρχική δομή του 1833 με εμπνευστή τον Χαβιέρ ντε Μπούργκος. Οι κοινότητες της Αστούριας, Καντάμπρια, Λα Ριόχα, οι Βαλεαρίδες Νήσοι, η Μαδρίτη, η Μούρθια και η Ναβάρα, προσμετρούνται και ως επαρχίες, καθώς η αυτονομία τους βασίστηκε στον ιστορικό χαρακτήρα μεμονωμένης επαρχίας.
Μεταβίβαση εξουσιών και δημιουργία των Αυτόνομων Κοινοτήτων
Ο συγκεντρωτισμός, ο εθνικισμός και οι αποσχίσεις έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο κατά τη μετάβαση της Ισπανίας στο καθεστώς των Αυτόνομων Κοινοτήτων. Με το φόβο ότι οι αποσχιστικές τάσεις θα οδηγούσαν σε αστάθεια και επαναφορά δικτατορικών καθεστώτων, τα μετριοπαθή κόμματα που συμμετείχαν στην αναθεώρηση το συντάγματος το 1978 συμβιβάστηκαν με στόχο να αποδυναμώσουν τις αποσχιστικές ομάδες και να αφοπλίσουν τις ακροδεξιές παρατάξεις. Με την ίδρυση ενός ιδιαίτερα αποκεντρωμένου κράτους, σε σύγκριση τόσο με το πρότερο συγκεντρωτικό καθεστώς του Φράνκο, όσο και με υπόλοιπα δυτικά κράτη, ο στόχος μάλλον ήταν επιτυχής. Έτσι, το σύγχρονο Ισπανικό Κράτος των Αυτονομιών (Estado de las Autonomías) συχνά αναδεικνύεται ως παράδειγμα αποκέντρωσης σε όλη την Ευρώπη.
Link
Οι εντάσεις εντός του συστήματος
Ο περιφερειακός εθνικισμός εξακολουθεί να διαδραματίζει καίριο ρόλο στην ισπανική πολιτική. Η άποψη ορισμένων περιφερειακών εθνικιστών ότι υπάρχει μια όλο και πιο περιορισμένη διάκριση μεταξύ των όρων «εθνικότητες» και «περιφέρειες», καθώς περισσότερες αρμοδιότητες μεταφέρονται σε όλες τις κοινότητες σε περίπου τον ίδιο βαθμό και με άλλες κοινότητες που έχουν επιλέξει να αυτοπροσδιορίζονται ως "εθνικότητες". Στην πραγματικότητα, υποστηρίζουν, ότι η δημιουργία του κράτους των Αυτονομιών «έχει οδηγήσει στη δημιουργία «νέων περιφερειακών ταυτοτήτων», και στην «εφεύρεση κοινοτήτων». Πολλοί στη Χώρα των Βάσκων και την Καταλονία εξακολουθούν να προβάλουν τις κοινότητές τους ως «έθνη», όχι απλώς "εθνικότητες", και την Ισπανία ως «Πολυεθνικό Κράτος» ή «έθνος των εθνών», και έχουν περισσότερες απαιτήσεις για την περαιτέρω αποκέντρωση. Το 2004, το βασκικό Κοινοβούλιο ενέκρινε το Σχέδιο Ibarretxe, σύμφωνα με το οποίο η Χώρα των Βάσκων θα εγκρίνει ένα νέο καθεστώς αυτονομίας που περιέχει βασικές διατάξεις, όπως η κοινή κυριαρχία με την Ισπανία, την πλήρη ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας και το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, και την πρόσληψη όλων των αρμοδιοτήτων εκτός από εκείνες του ισπανικού νόμου για την ιθαγένεια, την άμυνα και της νομισματικής πολιτικής. Το σχέδιο απορρίφθηκε από το ισπανικό Κοινοβούλιο το 2005. Το 2006, το Κοινοβούλιο της Καταλονίας ενέκρινε ένα νέο καθεστώς αυτονομίας που περιελάμβανε ένα άρθρο που ορίζει την Καταλονία ως «έθνος». Το ισπανικό Κοινοβούλιο προχώρησε σε αναθεώρηση της εγκεκριμένης τελικής έκδοσης, αφαιρώντας το άρθρο, αλλά κάνοντας μια αναφορά στο προοίμιο του εγγράφου στο γεγονός ότι το Κοινοβούλιο της Καταλονίας ψήφισε με μεγάλη πλειοψηφία να καθοριστεί η Καταλονία ως έθνος, αλλά ότι το Σύνταγμα αναγνωρίζει την «εθνική πραγματικότητα» της ως «εθνικότητα».
Διαδηλώσεις το 2012 για την ανεξαρτησία της Καταλονίας
Η σοβαρή οικονομική κρίση στην Ισπανία, που ξεκίνησε το 2008, έχει δημιουργήσει διαφορετικές αντιδράσεις στις διάφορες κοινότητες. Από τη μία πλευρά, οι πολιτικοί σε ορισμένες από τις κοινότητες που δεν είναι «εθνικότητες» και διοικούνται από το Λαϊκό Κόμμα (PP) εξετάζουν μια επιστροφή ορισμένων αρμοδιοτήτων στην κεντρική κυβέρνηση. Από την άλλη πλευρά, στην Καταλονία το κόμμα στην εξουσία, Σύγκλιση και Ένωση (ΟΣΕ), θεωρεί ότι η «αδικία» του μεγάλου δημοσιονομικού ελλείμματος της Καταλονίας -που είναι από τους μεγαλύτερους συνεισφέροντες σε καθαρούς φόρους- ως μία από τις κύριες αιτίες της έντονης δημοσιονομικής κατάστασης που φέρεται να αναγκάζει την κυβέρνηση να θεσπίσει αυστηρά μέτρα λιτότητας και να αναβάλει τις πληρωμές των εργαζομένων. Αυτό, με τη σειρά του, έχει οδηγήσει πολλούς οι οποίοι δεν είναι κατ 'ανάγκην αποσχιστές αλλά είναι εξοργισμένοι από το οικονομικό έλλειμμα, να υποστηρίξουν την απόσχιση. Ο Mas Artur, ο πρόεδρος της Καταλονίας, ζήτησε από την κεντρική κυβέρνηση μια νέα «δημοσιονομική συμφωνία» τον Σεπτέμβριο του 2012, με τη δυνατότητα παροχής κοινοτικής αρμοδιότητας στην κοινότητα του ίσα με εκείνη των κοινοτήτων με καθεστώς φορολογικής αυτονομίας, αλλά ο πρωθυπουργός Mariano Rajoy αρνήθηκε. Ο Mas διέλυσε το Κοινοβούλιο της Καταλονίας με αίτημα για νέες εκλογές και υποσχέθηκε να διεξάγει δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία μέσα στα επόμενα τέσσερα χρόνια. Η κυβέρνηση Rajoy δήλωσε ότι θα χρησιμοποιήσει όλα τα «νόμιμα μέσα»-η ισχύουσα νομοθεσία απαιτεί από την κεντρική εκτελεστική εξουσία ή το Κογκρέσο των Αντιπροσώπων να ζητείται η διεξαγωγή η κύρωση ενός δεσμευτικού δημοψηφίσματος- για να μπλοκάρει κάθε τέτοια προσπάθεια. Το Κόμμα των Ισπανών Σοσιαλιστών Εργατών και το ομόλογό του στην Καταλονία προτείνουν να ανοίξει εκ νέου η συζήτηση για την εδαφική οργάνωση της Ισπανίας, την αλλαγή του συντάγματος, να δημιουργηθεί ένα πραγματικό ομοσπονδιακό σύστημα που να «αντανακλά καλύτερα τις ιδιομορφίες» της Καταλονίας, καθώς και την τροποποίηση του ισχύοντος φορολογικού συστήματος.